Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения - Чорногор Ю.. Страница 11
Η κυρία Παπαδοπούλου Μαρία πηγαίνει στον μικροβιολόγο στις 8 το πρωί για εξετάσεις. Ο γιατρός της παίρνει το αίμα και σημειώνει στο μπουκαλάκι τ’όνομά της.
Κατά το μεσημέρι μια άλλη κυρία Παπαδοπούλου Μαρία πηγαίνει επίσης για εξετάσεις αίματος. Ο γιατρός της παίρνει αίμα και σημειώνει τ’όνομά της στο καινούργιο μπουκαλάκι.
Αργά το απόγευμα, όταν βγήκαν τα αποτελέσματα των εξετάσεων, ο γιατρός συνειδητοποιεί ότι στο ένα μπουκαλάκι το αποτέλεσμα είναι ζάχαρο 500 και στο άλλο είναι AIDS. Όμως, ο γιατρός είχε μπερδέψει τα μπουκαλάκια και δεν ήξερε σε ποιά από τις δύο συνονόματες κυρίες ανήκε το κάθε μπουκαλάκι.
Το δίλημμα μεγάλο, ποια είναι ποια;
Την άλλη μέρα ο σύζυγος της μιας πηγαίνει να πάρει τ’αποτελέσματα και ο γιατρός του λέει:
– Ξέρετε, κύριε Παπαδόπουλε, η κατάσταση είναι λίγο περίπλοκη. Μπλέξαμε τα μπουκαλάκια δύο γυναικών με το ίδιο όνομα και δεν ξέρουμε ποιά έχει τι.
– Και τί κάνουμε τώρα γιατρέ μου; ρωτάει ο σύζυγος.
– Το μόνο που μπορείτε να κάνετε είναι να πάρετε ένα ταψί μπακλαβά, να το πάτε σπίτι και να ταΐσετε τη γυναίκα σας. Εάν δεν πεθάνει, μη διανοηθείτε να ξαναπάτε μαζί της στο κρεβάτι…
Ένας γύφτος αγοράζει οικόπεδο δίπλα στο σπίτι ενός γιατρού (один цыган купил участок земли рядом с домом врача). Φωνάζει λοιπόν ένα μηχανικό και τον βάζει να του κτίσει ένα ίδιο ακριβώς σπίτι (зовет, в общем, инженера и говорит ему выстроить точно такой же дом; βάζω – класть, ставить; предлагать; κτίζω).
Όταν τελείωσε το σπίτι του ο γύφτος βγαίνει στο μπαλκόνι και φωνάζει το γιατρό (когда закончилось /строительство/ его дома, цыган выходит на балкон и зовет врача).
– Γιατρέ, γιατρέ (врач; ο γιατρός)!
– Τι είναι ρε παλιόγυφτε; του λέει ο γιατρός (ну что там, цыганча, говорит ему врач; παλιο– – приставка со знач. уничижения)
– Να, του λέει ο γύφτος, εσύ μπορεί να μην με χωνεύεις (вот, говорит ему цыган, ты, может, меня не перевариваешь; χωνεύω) αλλά εγώ είμαι ίδιος με σένα γιατί έχουμε το ίδιο σπίτι (но я такой же, как ты, потому что у нас одинаковые дома)!
– Αποκλείεται, του λέει ο γιατρός, γιατί δεν έχουμε τα ίδια έπιπλα (исключено, говорит ему врач, потому что у нас неодинаковая: «потому что не имеем одинаковую» мебель)…
Σκυλιάζει ο γύφτος, παραγγέλνει τα ίδια ακριβώς έπιπλα με του γιατρού (разозлился цыган, заказал точно такую же мебель, как у врача) και ξαναβγαίνει στο μπαλκόνι (и снова выходит на балкон).
– Γιατρέ, γιατρέ! Ιδιο σπίτι έχουμε, ίδια έπιπλα, είμαι ίδιος με σένα (у нас: «имеем» одинаковый дом, одинаковая мебель, я такой же, как ты; έχω).
– Τι λες ρε παλιόγυφτε, του λέει ο γιατρός (что ты говоришь, цыганча, говорит ему врач), έχουμε το ίδιο αυτοκίνητο (у нас /что/, одинаковая машина?);
Και του δείχνει μια πολυτελή MERCEDES που είχε στο γκαράζ (и показывает ему роскошный Мерседес, который имел в гараже; δείχνω; πολυτελής; έχω). Σκυλιάζει ο γύφτος, βάζει γραμμάτια, παίρνει δάνεια (злится цыган, подписывает: «кладет» векселя, берет кредит; βάζω – класть; το γραμμάτιο – вексель) και αγοράζει μια ακριβώς ίδια MERCEDES και βγαίνει πάλι στο μπαλκόνι (и покупает точно такой же мерседес и выходит снова на балкон).
– Γιατρέ, γιατρέ!
– Τι θες ρε παλιόγυφτε; του λέει ο γιατρός (что ты там хочешь…; θες = θέλεις /разг./)
– Είμαι ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ από σένα (я лучше тебя)!
– Γιατί ρε; του λέει ο γιατρός (почему это, говорит ему врач)
– Να, του λέει ο γύφτος (вот, говорит ему цыган), έχουμε ίδιο σπίτι, ίδια έπιπλα και ίδιο αυτοκίνητο (/мы/ имеем одинаковый дом, одинаковую мебель и одинаковую машину). Συμφωνείς (согласен);
– Συμφωνώ, αλλά από πού και ως πού είσαι καλύτερος από μένα (согласен, но почему это = с какой стати ты лучше меня); του λέει ο γιατρός (говорит ему врач).
– Γιατί εγώ έχω γείτονα γιατρό (потому что у меня сосед врач; ο γείτονας) ενώ εσύ έχεις γείτονα ΓΥΦΤΟ (а у тебя сосед цыган)!
Ένας γύφτος αγοράζει οικόπεδο δίπλα στο σπίτι ενός γιατρού. Φωνάζει λοιπόν ένα μηχανικό και τον βάζει να του κτίσει ένα ίδιο ακριβώς σπίτι.
Όταν τελείωσε το σπίτι του ο γύφτος βγαίνει στο μπαλκόνι και φωνάζει το γιατρό.
– Γιατρέ, γιατρέ!
– Τι είναι ρε παλιόγυφτε; του λέει ο γιατρός
– Να, του λέει ο γύφτος, εσύ μπορεί να μην με χωνεύεις αλλά εγώ είμαι ίδιος με σένα γιατί έχουμε το ίδιο σπίτι!
– Αποκλείεται, του λέει ο γιατρός, γιατί δεν έχουμε τα ίδια έπιπλα…
Σκυλιάζει ο γύφτος, παραγγέλνει τα ίδια ακριβώς έπιπλα με του γιατρού και ξαναβγαίνει στο μπαλκόνι.
– Γιατρέ, γιατρέ! Ιδιο σπίτι έχουμε, ίδια έπιπλα, είμαι ίδιος με σένα.
– Τι λες ρε παλιόγυφτε, του λέει ο γιατρός έχουμε το ίδιο αυτοκίνητο;
Και του δείχνει μια πολυτελή MERCEDES που είχε στο γκαράζ. Σκυλιάζει ο γύφτος, βάζει γραμμάτια, παίρνει δάνεια και αγοράζει μια ακριβώς ίδια MERCEDES και βγαίνει πάλι στο μπαλκόνι.
– Γιατρέ, γιατρέ!
– Τι θες ρε παλιόγυφτε; του λέει ο γιατρός
– Είμαι ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ από σένα!
– Γιατί ρε; του λέει ο γιατρός
– Να, του λέει ο γύφτος, έχουμε ίδιο σπίτι, ίδια έπιπλα και ίδιο αυτοκίνητο. Συμφωνείς;
– Συμφωνώ, αλλά από πού και ως πού είσαι καλύτερος από μένα; του λέει ο γιατρός.
– Γιατί εγώ έχω γείτονα γιατρό ενώ εσύ έχεις γείτονα ΓΥΦΤΟ!
Ο μικρός Νικόλας προσεύχεται (маленький Николас молится; προσεύχομαι).
– Θεέ μου, κάνε να γίνει η Θεσσαλονίκη η πρωτεύουσα της Ελλάδας (Боже мой, сделай, чтобы Салоники стали столицей Греции; ο Θεός; γίνομαι)!
– Γιατί χρυσό μου; ρωτά η μαμά του (зачем, золотце, спрашивает его мама).
– Γιατί έτσι έγραψα στο διαγώνισμα της Γεωγραφίας (потому что так я написал в контрольной по географии; γράφω; το διαγώνισμα – состязание, конкурс; письменный экзамен)!
Ο μικρός Νικόλας προσεύχεται.
– Θεέ μου, κάνε να γίνει η Θεσσαλονίκη η πρωτεύουσα της Ελλάδας!
– Γιατί χρυσό μου; ρωτά η μαμά του.
– Γιατί έτσι έγραψα στο διαγώνισμα της Γεωγραφίας!
Το μικρό κοριτσάκι ρωτάει τη μητέρα της (маленькая девочка спрашивает свою маму; το κορίτσι; το κοριτσάκι; -άκι – уменьшит.-ласк. суффикс):
– Πως εμφανίστηκε η ανθρώπινη φυλή (как возник человеческий род; εμφανίζομαι);
Η μητέρα της απάντησε (мать ей ответила; απαντάω):
– Ο Θεός έφτιαξε τον Αδάμ και την Εύα (Бог сотворил Адама и Еву; φτιάχνω), εκείνοι έκαναν παιδιά (те родили: «сделали» детей; κάνω), τα παιδιά τους έκαναν κι άλλα παιδιά (их дети родили еще: «и других» детей), και έτσι συνεχίστηκε η δημιουργία του ανθρώπινου γένους (и так продолжилось созидание человеческого рода; συνεχίζομαι; το γένος).
Δύο μέρες μετά το κοριτσάκι ρώτησε τον πατέρα της την ίδια ερώτηση (спустя два дня девочка задала отцу тот же вопрос; ρωτάω). Ο πατέρας απάντησε (отец ответил):
– Εκατομμύρια χρόνια πριν, υπήρχαν οι μαϊμούδες (миллионы лет назад существовали обезьяны; υπάρχω; η μαϊμού), από τις οποίες εξελίχτηκαν σιγά σιγά οι άνθρωποι (от которых развились = произошли со временем люди; εξελίσσομαι).
Το κοριτσάκι μπερδεμένο πάει στη μητέρα της (запутавшаяся девочка идет к матери):
– Μαμά, πώς γίνεται (мама, как так получается) εσύ να μου είπες ότι τους άνθρωπους τους δημιούργησε ο Θεός (ты мне сказала, что людей сотворил Бог; λέω; δημιουργώ) και ο μπαμπάς να μου είπε ότι οι άνθρωποι εξελίχτηκαν από τις μαϊμούδες (а папа вот мне сказал, что люди произошли от обезьян);