Η Καινή Διαθήκη (Μεταγλώττιση) - Автор неизвестен. Страница 32
39 Σηκώθηκε τότε η Μαριάμ κατά τις ημέρες αυτές και πορεύτηκε στην ορεινή περιοχή βιαστικά σε μια πόλη της φυλής του Ιούδα, 40 και εισήλθε στον οίκο του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. 41 Και συνέβηκε, μόλις άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας η Ελισάβετ, να σκιρτήσει το βρέφος μέσα στην κοιλιά της, και η Ελισάβετ γέμισε Πνεύμα Άγιο. 42 Και φώναξε με κραυγή μεγάλη και είπε: «Ευλογημένη εσύ μεταξύ των γυναικών και ευλογημένος ο καρπός της κοιλιάς σου. 43 Και πώς μου έγινε αυτό, να έρθει η μητέρα του Κυρίου μου προς εμένα; 44 Γιατί ιδού, μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στα αυτιά μου, σκίρτησε με αγαλλίαση το βρέφος μέσα στην κοιλιά μου. 45 Και μακάρια αυτή που πίστεψε ότι θα υπάρξει τέλεια πραγματοποίηση σε όσα της έχουν ειπωθεί από τον Κύριο».
46 Και είπε η Μαριάμ: 47 «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο, και αγαλλίασε το πνεύμα μου στο Θεό το σωτήρα μου 48 γιατί επέβλεψε στην ταπείνωση της δούλης του. Γιατί ιδού, από τώρα θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές, 49 επειδή μου έκανε μεγάλα πράγματα ο Δυνατός. Και άγιο είναι το όνομά του, 50 και το έλεός του διαρκεί σε γενεές και γενεές σ’ εκείνους που τον φοβούνται. 51 Έκανε έργα κραταιά με το βραχίονά του: Διασκόρπισε όσους ήταν περήφανοι στη διάνοια της καρδιάς τους. 52 Καθαίρεσε δυνάστες από θρόνους και ύψωσε ταπεινούς, 53 πεινασμένους γέμισε με αγαθά και πλούσιους εξαπέστειλε κενούς. 54 Βοήθησε τον Ισραήλ το δούλο του, δείχνοντας πως θυμήθηκε το έλεος, 55 καθώς μίλησε προς τους πατέρες μας, στον Αβραάμ και στο σπέρμα του στον αιώνα». 56 Έμεινε λοιπόν η Μαριάμ μαζί της περίπου τρεις μήνες, και κατόπιν επέστρεψε στον οίκο της.
57 Και για την Ελισάβετ συμπληρώθηκε ο χρόνος του τοκετού της και γέννησε γιο. 58 Και οι γείτονες και οι συγγενείς της άκουσαν ότι μεγάλυνε ο Κύριος το έλεός του σ’ αυτήν και τη συνέχαιραν. 59 Και συνέβηκε την ημέρα την όγδοη να έρθουν να κάνουν περιτομή στο παιδί και ήθελαν να το καλέσουν με το όνομα του πατέρα του, Ζαχαρία. 60 Και τότε αποκρίθηκε η μητέρα του και είπε: «Όχι, αλλά θα κληθεί Ιωάννης». 61 Και είπαν προς αυτήν: «Κανείς δεν είναι από τους συγγενείς σου που καλείται με το όνομα τούτο». 62 Έγνεφαν τότε στον πατέρα του για το πώς θα ήθελε να το καλέσουν. 63 Και εκείνος, αφού ζήτησε πινακίδιο, έγραψε λέγοντας: «Ιωάννης είναι το όνομά του». Και θαύμασαν όλοι. 64 Ανοίχτηκε τότε αμέσως το στόμα του και η γλώσσα του, και μιλούσε ευλογώντας το Θεό. 65 Και έπεσε φόβος πάνω σε όλους τους γείτονές τους, και σε όλη την ορεινή περιοχή της Ιουδαίας διαλαλούνταν όλα τα λόγια αυτά, 66 και τα έθεσαν όλοι όσοι τα άκουσαν μέσα στην καρδιά τους, λέγοντας: «Τι άραγε θα γίνει τούτο το παιδί;» Και πράγματι, το χέρι του Κυρίου ήταν μαζί του.
67 Και ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του, γέμισε Πνεύμα Άγιο και προφήτεψε λέγοντας: 68 «Ευλογητός ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί επισκέφτηκε και έκανε λύτρωση στο λαό του, 69 και ύψωσε κέρατο σωτηρίας για μας μέσα στον οίκο του Δαβίδ του δούλου του, 70 καθώς μίλησε μέσω του στόματος των άγιων προφητών του πριν από αιώνες, 71 σωτηρία από τους εχθρούς μας και από το χέρι όλων αυτών που μας μισούν· 72 για να κάνει έλεος στους πατέρες μας και να θυμηθεί την άγιά του διαθήκη, 73 όρκο που έδωσε προς τον Αβραάμ τον πατέρα μας, να μας δώσει τη δυνατότητα, 74 αφού σωθούμε από το χέρι των εχθρών, άφοβα να τον λατρεύουμε 75 με οσιότητα και με δικαιοσύνη,όλες τις ημέρες της ζωής μας μπροστά του. 76 Κι εσύ λοιπόν, παιδί, προφήτης του Υψίστου θα κληθείς· γιατί θα προπορευτείς μπροστά από τον Κύριο, για να ετοιμάσεις τις οδούς του, 77 για να δώσεις γνώση σωτηρίας στο λαό του με άφεση των αμαρτιών τους, 78 χάρη στα γεμάτα έλεος σπλάχνα του Θεού μας, με τα οποία θα μας επισκεφτεί ανατολή από ψηλά, 79 για να φωτίσει αυτούς που κάθονται μέσα στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου, για να κατευθύνει τα πόδια μας στην οδό της ειρήνης». 80 Και το παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε στο πνεύμα, και ήταν στις ερήμους ως την ημέρα της ανάδειξής του μπροστά στο λαό Ισραήλ.
Κεφάλαιον 2
1 Συνέβηκε λοιπόν κατά τις ημέρες εκείνες να εξέλθει διάταγμα από τον Καίσαρα Αύγουστο, για να απογραφεί όλη η οικουμένη. 2 Αυτή ήταν η πρώτη απογραφή, όταν ηγεμόνευε στη Συρία ο Κυρήνιος. 3 Και πήγαιναν όλοι να απογραφούν, καθένας στη δική του πόλη. 4 Ανέβηκε τότε και ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία, από την πόλη Ναζαρέτ στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαβίδ, που καλείται Βηθλεέμ, επειδή αυτός ήταν από τον οίκο και την πατριά του Δαβίδ, 5 για να απογραφεί μαζί με τη Μαριάμ που ήταν μνηστευμένη με αυτόν, η οποία ήταν έγκυος. 6 Συνέβηκε τότε, ενώ αυτοί ήταν εκεί, να συμπληρωθούν οι ημέρες του τοκετού της, 7 και γέννησε το γιο της τον πρωτότοκο, και τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε μέσα σε μια φάτνη, γιατί δεν υπήρχε γι’ αυτούς τόπος μέσα στο κατάλυμα.
8 Και ήταν κάποιοι ποιμένες στην περιοχή αυτή, που έμεναν στους αγρούς και φύλαγαν σκοπιές τη νύχτα για το ποίμνιό τους. 9 Και τότε άγγελος Κυρίου στάθηκε ξαφνικά μπροστά τους και δόξα Κυρίου έλαμψε γύρω τους, και φοβήθηκαν με μεγάλο φόβο. 10 Και ο άγγελος είπε σ’ αυτούς: «Μη φοβάστε, γιατί ιδού, ευαγγελίζομαι σ’ εσάς χαρά μεγάλη, που θα είναι για όλο το λαό, 11 γιατί γεννήθηκε για σας σήμερα Σωτήρας, που είναι Χριστός Κύριος, στην πόλη του Δαβίδ. 12 Και αυτό θα είναι το σημείο για σας: θα βρείτε βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σε φάτνη». 13 Και ξαφνικά φάνηκε μαζί με τον άγγελο ένα πλήθος ουράνιας στρατιάς, αινώντας το Θεό και λέγοντας: 14 «Δόξα στο Θεό στους ύψιστους ουρανούς και πάνω στη γη ειρήνη στους ανθρώπους της ευαρέσκειάς του». 15 Και μόλις οι άγγελοι έφυγαν από αυτούς στον ουρανό, οι ποιμένες είπαν μεταξύ τους: «Ας περάσουμε, λοιπόν, ως τη Βηθλεέμ και ας δούμε το πράγμα τούτο που έχει γίνει, τον οποίο ο Κύριος μας γνώρισε». 16 Και αφού έσπευσαν, ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος ξαπλωμένο μέσα στη φάτνη. 17 Και όταν το είδαν, έκαναν γνωστό το λόγο που τους ειπώθηκε για το παιδί τούτο. 18 Και όλοι όσοι άκουσαν θαύμασαν γι’ αυτά που ειπώθηκαν από τους ποιμένες προς αυτούς. 19 Και η Μαριάμ διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια, βάζοντάς τα μαζί μέσα στην καρδιά της. 20 Και επέστρεψαν οι ποιμένες δοξάζοντας και αινώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν καθώς ειπώθηκαν προς αυτούς. 21 Και όταν συμπληρώθηκαν οχτώ ημέρες από τη γέννηση, για να τον περιτέμνουν, τότε καλέστηκε το όνομά του Ιησούς, αυτό που ονομάστηκε από τον άγγελο προτού συλληφθεί αυτός μέσα στην κοιλιά.
22 Και όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού τους κατά το νόμο του Μωυσή, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο 23 – καθώς είναι γραμμένο στο νόμο του Κυρίου: Κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα, θα ονομαστεί άγιο για τον Κύριο – 24 και να δώσουν θυσία σύμφωνα με αυτό που έχει ειπωθεί μέσα στο νόμο του Κυρίου, ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο νεοσσούς περιστεριών. 25 Και ιδού ένας άνθρωπος ήταν στην Ιερουσαλήμ που είχε όνομα Συμεών, και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και περίμενε την παρηγοριά του λαού Ισραήλ, και ήταν επάνω του Πνεύμα Άγιο. 26 Και του είχε δοθεί χρησμός από το Πνεύμα το Άγιο ότι δε θα δει το θάνατο πριν δει τον Χριστό του Κυρίου. 27 Και ήρθε με έμπνευση του Πνεύματος στο ναό. Και ενώ οι γονείς εισήγαγαν το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν αυτοί σύμφωνα με ό,τι στο νόμο είναι συνηθισμένο γι’ αυτό, 28 τότε αυτός το δέχτηκε στην αγκαλιά του και ευλόγησε το Θεό και είπε: 29 «Τώρα απολύεις το δούλο σου, Δεσπότη, κατά το λόγο σου με ειρήνη· 30 γιατί είδαν τα μάτια μου τη σωτηρία σου, 31 που ετοίμασες απέναντι στο πρόσωπο όλων των λαών, 32 φως για αποκάλυψη στα έθνη και δόξα του λαού σου Ισραήλ». 33 Και ο πατέρας του και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό. 34 Και τους ευλόγησε ο Συμεών και είπε προς τη Μαριάμ τη μητέρα του: «Ιδού, αυτός είναι τοποθετημένος για πτώση και ανόρθωση πολλών μέσα στο λαό Ισραήλ και για σημείο αντιλεγόμενο 35 – και σ’ εσένα μάλιστα την ίδια, ρομφαία θα διαπεράσει την ψυχή σου – για να αποκαλυφτούν διαλογισμοί από πολλές καρδιές». 36 Και ήταν κάποια Άννα, προφήτισσα, θυγατέρα του Φανουήλ, από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ προχωρημένη στην ηλικία, η οποία έζησε με τον άντρα της εφτά έτη από τον καιρό της παρθενίας της, 37 και αυτή έμεινε μετά χήρα έως ογδόντα τεσσάρων ετών. Αυτή δεν απομακρυνόταν από το ναό, και με νηστείες και με δεήσεις λάτρευε το Θεό νύχτα και ημέρα. 38 Και αυτήν την ώρα πλησίασε και ομολογούσε τη δόξα του Θεού και μιλούσε γι’ αυτό το παιδί σε όλους όσοι περίμεναν τη λύτρωση της Ιερουσαλήμ.