Η Καινή Διαθήκη (Μεταγλώττιση) - Автор неизвестен. Страница 102
11 Όταν όμως ήρθε ο Κηφάς στην Αντιόχεια, του αντιστάθηκα κατά πρόσωπο, γιατί ήταν αξιοκατάκριτος. 12 Γιατί, προτού να έρθουν μερικοί από τον Ιάκωβο, έτρωγε μαζί με τους εθνικούς. Αλλά όταν ήρθαν, αποσύρθηκε και αποχώρισε τον εαυτό του, επειδή φοβόταν αυτούς που προέρχονταν από την περιτομή. 13 Και υποκρίθηκαν μαζί του και οι υπόλοιποι Ιουδαίοι, ώστε και ο Βαρνάβας συμπαρασύρθηκε στην υποκρισία τους. 14 Αλλά όταν είδα ότι δε βαδίζουν ορθά ως προς την αλήθεια του ευαγγελίου, είπα στον Κηφά μπροστά σε όλους: «Αν εσύ, που είσαι Ιουδαίος, ζεις σαν εθνικός και όχι σαν Ιουδαίος, πώς αναγκάζεις τους εθνικούς να ιουδαΐζουν;»
15 Εμείς είμαστε από τη φύση μας Ιουδαίοι και όχι από τα έθνη αμαρτωλοί. 16 Επειδή όμως ξέρουμε ότι δε δικαιώνεται ο άνθρωπος από έργα νόμου παρά μόνο μέσω πίστης στον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό και εμείς πιστέψαμε στο Χριστό Ιησού, για να δικαιωθούμε από πίστη στο Χριστό και όχι από έργα νόμου· γιατί από έργα νόμου δε θα δικαιωθεί καμιά σάρκα. 17 Αν όμως, ζητώντας να δικαιωθούμε με το Χριστό, βρεθήκαμε κι εμείς οι ίδιοι αμαρτωλοί, άρα ο Χριστός είναι διάκονος της αμαρτίας; Είθε ποτέ να μη γίνει! 18 Γιατί αν, όσα γκρέμισα, αυτά πάλι οικοδομώ, παραβάτη αποδείχνω τον εαυτό μου. 19 Γιατί εγώ πέθανα ως προς το νόμο διαμέσου του νόμου, για να ζήσω για το Θεό. Μαζί με το Χριστό έχω σταυρωθεί. 20 Ζω, λοιπόν, όχι πια εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και αυτό που τώρα ζω στη σάρκα, το ζω με την πίστη που έχω στον Υιό του Θεού, ο οποίος με αγάπησε και παράδωσε τον εαυτό του για χάρη μου. 21 Δεν απορρίπτω τη χάρη του Θεού· γιατί αν μέσω νόμου επιτυγχάνεται δικαίωση, άρα ο Χριστός χωρίς λόγο πέθανε.
Κεφάλαιον 3
1 Ω ανόητοι Γαλάτες, ποιος βάσκανε εσάς, απέναντι στα μάτια των οποίων ο Ιησούς Χριστός απεικονίστηκε σταυρωμένος; 2 Αυτό μόνο θέλω να μάθω από εσάς: από έργα νόμου λάβατε το Πνεύμα ή από την ακοή στο κήρυγμα της πίστης; 3 Τόσο ανόητοι είστε; Ενώ αρχίσατε με το Πνεύμα, τώρα αποτελειώνετε με τη σάρκα; 4 Τόσα πολλά τα πάθατε μάταια; Αν βέβαια ήταν πράγματι μάταια. 5 Αυτός, λοιπόν, που σας χορηγεί άφθονα το Πνεύμα και ενεργεί θαυματουργικές δυνάμεις μεταξύ σας το κάνει από έργα νόμου ή από την ακοή στο κήρυγμα της πίστης; 6 Καθώς ο Αβραάμ πίστεψε στο Θεό, και του λογαριάστηκε για δικαίωση, έτσι έγινε σ’ εσάς. 7 Άρα, ας γνωρίζετε ότι όσοι προέρχονται από την πίστη, αυτοί είναι γιοι του Αβραάμ. 8 Και επειδή προείδε η Γραφή ότι από την πίστη δικαιώνει τα έθνη ο Θεός, προανάγγειλε την καλή αγγελία στον Αβραάμ: Θα ευλογηθούν σ’ εσένα όλα τα έθνη. 9 Ώστε οι άνθρωποι της πίστης ευλογούνται μαζί με τον πιστό Αβραάμ. 10 Γιατί όσοι εξαρτώνται από έργα νόμου είναι κάτω από κατάρα. Επειδή είναι γραμμένο: Καταραμένος είναι καθένας που δε μένει σταθερός σε όλα όσα είναι γραμμένα μέσα στο βιβλίο του νόμου, για να κάνει αυτά. 11 Αλλά ότι με το νόμο κανείς δε δικαιώνεται μπροστά στο Θεό είναι φανερό, γιατί ο δίκαιος θα ζήσει από την πίστη. 12 Eπιπλέον, ο νόμος δεν εξαρτάται από την πίστη, αλλά εκείνος που έκανε αυτά θα ζήσει μέσω αυτών. 13 Ο Χριστός μάς εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, αφού έγινε για μας κατάρα – γιατί είναι γραμμένο: Καταραμένος καθένας που κρέμεται πάνω σε ξύλο – 14 για να έρθει στα έθνη η ευλογία του Αβραάμ μέσω του Χριστού Ιησού, ώστε να λάβουμε την υπόσχεση του Πνεύματος μέσω της πίστης.
15 Αδελφοί, μιλώ με ανθρώπινο παράδειγμα: αν και είναι ενός ανθρώπου μια επικυρωμένη διαθήκη, κανείς δεν την αθετεί ή δεν της προσθέτει κάτι. 16 Στον Αβραάμ, λοιπόν, ειπώθηκαν οι υποσχέσεις και στον απόγονό του. Δε λέει, «και στους απογόνους» σαν να μιλά για πολλούς, αλλά σαν να μιλά για έναν: και στον απόγονό σου, ο οποίος είναι ο Χριστός. 17 Και τούτο θέλω να πω: τη διαθήκη, που έχει επικυρωθεί προηγουμένως από το Θεό, δεν την ακυρώνει ο νόμος που έχει γίνει μετά τετρακόσια τριάντα έτη, ώστε να καταργήσει την υπόσχεση. 18 Γιατί αν από το νόμο είναι η κληρονομιά, δεν είναι πια από την υπόσχεση. Και στον Αβραάμ μέσω υπόσχεσης την έχει χαρίσει ο Θεός. 19 Γιατί λοιπόν δόθηκε ο νόμος; Ο νόμος προστέθηκε εξαιτίας των παραβάσεων και διατάχτηκε μέσω αγγέλων με το χέρι ενός μεσίτη, μέχρις ότου έρθει ο απόγονος στον οποίο δόθηκε η υπόσχεση. 20 Ο μεσίτης, λοιπόν, δεν ανήκει σε έναν, ενώ ο Θεός είναι ένας.
21 Ο νόμος, λοιπόν, είναι κατά των υποσχέσεων του Θεού; Είθε ποτέ να μη γίνει! Γιατί αν είχε δοθεί νόμος που να δύναται να ζωοποιήσει, πράγματι από το νόμο θα προερχόταν η δικαίωση. 22 Αλλά συνέκλεισε η Γραφή τα πάντα κάτω από την αμαρτία, ώστε να δοθεί η υπόσχεση από την πίστη του Ιησού Χριστού σ’ εκείνους που πιστεύουν. 23 Προτού όμως να έρθει η πίστη, φρουρούμασταν περικλεισμένοι κάτω από το νόμο, για τη μελλοντική πίστη που επρόκειτο να αποκαλυφτεί. 24 Ώστε ο νόμος έχει γίνει παιδαγωγός μας στο Χριστό, για να δικαιωθούμε από την πίστη. 25 Όταν ήρθε όμως η πίστη, δεν είμαστε πια κάτω από παιδαγωγό. 26 Γιατί όλοι είστε γιοι του Θεού μέσω της πίστης στο Χριστό Ιησού. 27 Γιατί όσοι στο Χριστό βαφτιστήκατε, το Χριστό ντυθήκατε. 28 Δεν υπάρχει Ιουδαίος ούτε Έλληνας, δεν υπάρχει δούλος ούτε ελεύθερος, δεν υπάρχει αρσενικό και θηλυκό· γιατί όλοι εσείς είστε ένας στο Χριστό Ιησού. 29 Αν λοιπόν εσείς είστε του Χριστού, άρα είστε σπέρμα του Αβραάμ, κληρονόμοι σύμφωνα με την υπόσχεση.
Κεφάλαιον 4
1 Εννοώ, λοιπόν, ότι για όσο χρόνο ο κληρονόμος είναι νήπιο, δε διαφέρει σε τίποτα από δούλο, αν και είναι κύριος όλων. 2 Αλλά είναι κάτω από επιτρόπους και οικονόμους μέχρι την προθεσμία του πατέρα του. 3 Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν νήπια, ήμασταν υποδουλωμένοι κάτω από τα στοιχεία του κόσμου. 4 Όταν όμως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός απέστειλε προς τα έξω τον Υιό του, που γεννήθηκε από γυναίκα και που ήταν κάτω από νόμο, 5 για να εξαγοράσει αυτούς που είναι κάτω από νόμο, ώστε να λάβουμε την υιοθεσία. 6 Και επειδή είστε γιοι, ο Θεός απέστειλε προς τα έξω το Πνεύμα του Υιού του στις καρδιές μας, που φωνάζει: «Αββά, Πατέρα». 7 Ώστε δεν είσαι πια δούλος, αλλά γιος· και αν είσαι γιος, είσαι και κληρονόμος μέσω του Θεού.
8 Αλλά τότε, βέβαια, επειδή δεν ξέρατε το Θεό, υπηρετήσατε ως δούλοι σ’ αυτούς που δεν είναι από τη φύση τους θεοί. 9 Και τώρα που γνωρίσατε το Θεό, μάλλον όμως γνωριστήκατε από το Θεό, πώς επιστρέφετε πάλι στα ασθενή και φτωχά στοιχεία, στα οποία πάλι από την αρχή θέλετε να υπηρετείτε ως δούλοι; 10 Παρατηρείτε ημέρες και μήνες και καιρούς και έτη. 11 Σας φοβάμαι μήπως μάταια έχω κοπιάσει για σας. 12 Γίνεστε όπως εγώ, γιατί κι εγώ ήμουν όπως εσείς, αδελφοί· σας παρακαλώ. Σε τίποτα δε με αδικήσατε. 13 Ξέρετε, επίσης, ότι εξαιτίας της σωματικής μου ασθένειας σας ευαγγέλισα την προηγούμενη φορά. 14 Και παρόλο τον πειρασμό σας που είχατε για το σώμα μου, δε με περιφρονήσατε ούτε με σιχαθήκατε, αλλά με δεχτήκατε σαν άγγελο Θεού, σαν το Χριστό Ιησού. 15 Πού είναι, λοιπόν, ο μακαρισμός σας; Γιατί μαρτυρώ για σας ότι, αν ήταν δυνατό, τα μάτια σας θα βγάζατε και θα μου τα δίνατε. 16 Ώστε εχθρός σας έχω γίνει, επειδή σας λέω την αλήθεια; 17 Έχουν ζήλο για σας όχι για καλό, αλλά θέλουν να σας αποκλείσουν από εμάς, για να έχετε ζήλο γι’ αυτούς. 18 Καλό λοιπόν είναι να έχετε ζήλο στο καλό πάντοτε και όχι μόνο κατά τη διάρκεια που παρευρίσκομαι κοντά σας. 19 Παιδιά μου, για τους οποίους πάλι έχω ωδίνες μέχρις ότου μορφωθεί ο Χριστός μέσα σας. 20 Ήθελα μάλιστα να παρευρίσκομαι κοντά σας τώρα και να αλλάξω τον τόνο της φωνής μου, γιατί απορώ μ’ εσάς.